Παρασκευή 1 Αυγούστου 2008

«Άξιος», και, ο Βλάσης! Ο οδηγός του Ιερώνυμου!!!..

Δύο ώρες μετά την εκλογή του το προσωπικό κινητό του τηλέφωνο χτυπούσε συνεχώς. Πολλοί ήθελαν να τον συγχαρούν ή να του αποσπάσουν μία δήλωση. Ο άνθρωπος όμως που απαντούσε στο τηλέφωνό του ήταν ο... οδηγός του- ο μοναδικός άνθρωπος που τον συνόδευσε στην Αθήνα, για τη διαδικασία της αρχιεπισκοπικής εκλογής.
(Τα Νέα. Παρασκευή, 8 Φεβρουαρίου 2008)

Kαι ξαφνικά φως

Ως τις 12.30, είναι πια εμφανές: οι πιστοί έχουν βαρεθεί. Ακόμη και ο γραφικός κύριος που φώναζε «όποιος κρατάει κάμερα είναι του σατανά!» έχει πια σωπάσει. Οσο για τους εκπροσώπους του κλήρου... Τα δύο καφέ γύρω από τη Μητρόπολη ποτέ δεν είχαν τόσο σκούρο χρώμα - απ' τις 9.00 το πρωί, έχουν μετατραπεί σε απέραντο... καφενείο εκκλησίας, του οποίου τα τραπεζάκια οι ρασοφόροι αρνούνται να τα εγκαταλείψουν αν δεν ανάψει ο φανοστάτης. Βεβαίως, υπάρχουν και οι κληρικοί που επιθυμούν πιο περιποιημένο μενού. Εκείνοι έχουν ήδη σπεύσει απέναντι, στο «ψητοπωλείο η Ιθάκη», όπου δύναται κανείς να τους παρακολουθήσει, ενώ βιώνουν τη λαθραία χαρά της λαδόκολας, εμπλουτισμένη με «γύρο πίτα» και «καλαμάκι με απ' όλα»...

Και ξαφνικά... φως! Οι δύο φανοστάτες της Μητρόπολης ανάβουν! Πριν προλάβω να καταλάβω τι συμβαίνει, τρεις πιστοί πέφτουν πάνω μου και κολλάω στο προστατευτικό κιγκλίδωμα. Κοιτάζω προς τα δύο καφέ: χορός τα καλυμμαύχια, τρέχουν προς τη Μητρόπολη - άπειροι λογαριασμοί πρέπει να έμειναν ρεφενέ στη θεία χάρη. Το πλήθος πυκνώνει και, κολλημένη πια στο κάγκελο, βλέπω δέκα μέτρα μπροστά, στα σκαλιά της Μητρόπολης που τα επιτηρούν οι αστυνομικοί, ένα κοντό κύριο με μουστάκι να χοροπηδάει. «Ο Βλάσης είναι!», ακούω πίσω μου μια γιαγιά. Γλιτώνω το μάτι μου μια στιγμή πριν το δάκτυλό της με σουβλίσει, για να δείξει το Βλάση. Εκείνος κλαίει και γελάει μαζί, παραληρεί από χαρά. «Θηβωωωών!», φωνάζει η γιαγιά. Ο Βλάσης, μαθαίνω μέσα σ' ένα αλαλαγμό από «Αξιοοος!» και «Ιερώνυμος!», είναι ο οδηγός του Θηβών. Κι η γιαγιά πίσω μου, η πιο φανατική οπαδός του. «Τώρα πετάξτε το Σπάρτης απ' τη Μονεμβασιά!», φωνάζει με το που βλέπει τον Ιερώνυμο να βγαίνει απ' τη Μητρόπολη. Ενας νεαρός πίσω μου βρίσκει παιχνίδι: «Αξιος!", φωνάζει. "Αξιοοος!", ακολουθεί το πλήθος. "Άξιος»! ξαναφωνάζει ο πιστός, «Αξιοοος»! και το πλήθος - αλλά πιο σιγά. «Αξιος», κάνει πάλι ο πιστός. Σιωπή το πλήθος και... «Βούλωσέ το επιτέλους»! - του κάνει ένας παπάς. Και τότε, ο Ιερώνυμος ξεκινά την πορεία προς την Αρχιεπισκοπή. Γύρω του, ένας κλοιός από τριάντα αστυνομικούς. «Ανοίξτε!», φωνάζει στο πλήθος ο αστυνομικός διευθυντής. «Πώς», κάνει μια πιστή σε κατάσταση σαρδέλας. Ο δρόμος είναι γεμάτος πιστούς, αλλά οι αστυνομικοί σπρώχνουν ανελέητα. Ενας παππούς εκτινάσσεται σε μια γλάστρα, κανείς δεν τον βοηθάει. Οπως παλεύει να σηκωθεί, αρπάζεται από το καλυμμαύχι του πιο κοντινού μητροπολίτη κι εκείνο του μένει στο χέρι. Οι αστυνομικοί τον αρπάζουν, τον πετούν ξανά κάτω. Ο μητροπολίτης δεν έχει προλάβει να καταλάβει τι συνέβη στο κεφάλι του, «Κύριε ελέησον!», λέει.

Ενας γιγαντόσωμος αστυνομικός αναλαμβάνει δράση. Βγαίνει μπροστά, θερίζει πιστούς. Οποιος αντιστέκεται, τρώει ανάποδη. Τελευταία στιγμή γλιτώνω το χαστούκι, σκύβω και χώνομαι εκεί που κάθε θεούσα θα έδινε την Καινή της Διαθήκη για να βρεθεί: δύο μέτρα απ' τον νέο Αρχιεπίσκοπο, κολλημένη πάνω στον Βλάση, που πια δεν περπατάει - πετάει! Κοντούλης όπως είναι, έχει σηκώσει τα πόδια του απ' το έδαφος και τον σέρνει το πλήθος μπρος. «Φρένο παιδιά! Φρένο», φωνάζει τρομαγμένος. Ποιος ν' ακούσει; Δέκα μέτρα πριν από την Αρχιεπισκοπή, το «τρενάκι» του πλήθους μας πάει ίσια στα κάγκελα. Οι αστυνομικοί σπρώχνουν, μη σκάσουν στον τοίχο και... «αχ», ακούγεται παραδίπλα μου, από κει που είναι ο Αρχιεπίσκοπος. Για μια στιγμή η αρχιεπισκοπική ράβδος τρέμει στον αέρα. «Μόλις τώρα τον βγάλαμε, μην τον λιντσάρουμε»! - μια φωνή, αλλά η ράβδος ξανασηκώνεται, άρα ο Αρχιεπίσκοπος γλίτωσε. Η πίεση για μια στιγμή είναι ασφυκτική, στα όρια της λιποθυμίας... και ξαφνικά, σα φελλός σαμπάνιας ξεφρακάρουμε απ' την πύλη, κι εκτινασσόμαστε μέσ' την Αρχιεπισκοπή. Κι όπως 20 αστυνομικοί κλείνουν με βία την καγκελόπορτα πάνω στα σώματα των πιστών, ο Ιερώνυμος φθάνει στα σκαλάκια και γυρνά προς τον κόσμο. Το πρωί ήταν Μητροπολίτης Θηβών, τώρα είναι Αρχιεπίσκοπος. Όμως δεν χαμογελά - σαν τα «Άξιος», οι πιστοί, οι φωνές να μην είναι γι' αυτόν. «Μόνο μια χαμένη μάχη μπορεί να πλησιάσει τη μελαγχολία μιας κερδισμένης μάχης», έλεγε ο Δούκας του Ουέλινγκτον. Αν κάποιος το ξέρει καλά αυτό, είναι ο Ιερώνυμος. Διότι για να το μάθει, έπρεπε να περιμένει 10 χρόνια πριν δώσει -και κερδίσει- τη δική του χαμένη του μάχη.

Της Μαριλης Μαργωμενου

H KAΘHMEPINH. Παρασκευή, 8 Φεβρουαρίου 2008

Δεν υπάρχουν σχόλια: